21 Οκτ 2007

6

Αφέντη μ’ σ’ ήρθε μήνυμα να πας βαριά στα ξένα
κι αυτά τα ξένα ήταν βαριά κι’ αφέντης γρυπησμένος.
Αφέντης μας καλίγωνε(1) στ’ άστρο και στο φεγγάρι,
το πεταλίτσι2() πόβνε, όλο καθάριο ασήμι,
κι το καρφίτσι(3) πόκρουε(4) σπυρί μαργαριτάρι
και το ταχιά(5) ξημέρωνε στης Ρούμελης τον πόρο(6).
Βρίσκει τον πόρο σα θολό, γεφύρι χαλασμένο.
Κεντάει τον μαύρο, τον κεντάει, ΄πο πέρα να περάσει.
Κι ο μαύρος του τον ρώτησε κι ο μαύρος τον ρωτάει:
- Σε τι βουλιέσαι(7) αφέντη μου;
- Βουλιέμαι να περάσω.
Βουλιέμαι στον Άγιο Θόδωρο, στον Άγιο Κωσταντίνο.
Στον Άη-Νικόλα τον ξακουστό, βουλιέμαι να περάσω.
Κλωτσιά ΄δωσε στον μαύρο του πέρασε και πάει.
Χίλιοι πεζοί τον κυνηγούν, τρακόσιοι αλογαραίοι(8)
και ουδέ πεζοί τον έφταναν κι ουδέ αλογαραίοι,
μον τα σπαθιά τους έλαμπαν κι ο κορνιαχτός(9) κατόπι(10).

Ερμηνευτικά
1. καλιγώνω: πεταλώνω.
2. πεταλίτσι: το πέταλο.
3. καρφίτσι: το καρφί.
4. πόκρουε: χτύπαγε
5. ταχιά: αύριο, την επομένη.
6. πόρος: στενή διάβαση, πέρασμα ποταμού, διαβατό μέρος.
7. βουλιέμαι: επιθυμώ πολύ, θέλω
8. αλογαραίοι: καβαλαραίοι
9. κουρνιαχτός: η σκόνη, το χώμα του δρόμου που σηκώνεται από το περπάτημα.
10. κατόπι: μετά απ’αυτόν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: