21 Ιουλ 2008

24

Αηγόρος και ξανθή κόρη, μαργαριτάρι σπέρνουν,
μαργαριτάρι έσπερναν, χρυσόφυλλο φυτρώνει.
Καλόγεροι το θέριζαν κι οι Τούρκοι κουβαλούσαν.
Ο βασιλιάς τ' αλώνιζε κι οι γιοί του το λιχνούσαν(1)
η Δέσπω η ξανθή κόρη τ΄αρί(2) ξεσκυβαλίζει(3).
Διαβάτη ο γιός εδιάβαινε τ'ν αρέζει(4) και την παίρνει
κι από το χέρι την άδραχνε(5) σαν το γοργό γεράκι.

Ερμηνευτικά:
1. λιχνώ και λιχνίζω: εργασία του αλωνισμού, ξεχώρισαν με την βοήθεια του ανέμου, το σιτάρι από το άχυρο.
2. αρί: είναι το χοντρόκοκκο σιτάρι.
3. ξεσκυβαλίζω: χωρίζω τα σκύβαλα από το καθαρό σιτάρι, σκύβαλα: οι ξένες ύλες.
4. αρέζω: αρέσω.
5. αδράχνω: αρπάζω με την βία.

16 Ιουλ 2008

23

Κάθετ’ η Μάρω και κεντά μαντίλι στον αηγορό της(1)
Είχε και μια γειτόνισσα, καλή και πιστημένη.
- Μάρω μ’ αηγόρος σ’ πέθανε. Μάρω μ’ αηγόρος σ’ χάθ΄κε.
- Αλήθεια λες γειτόνισα μ’, καλή και πιστημένη;
- Αλήθεια Μάρω μ’ πέθανε, πως ΄πέσει του θανάτου.
Μεριά(2) ρίχνει το κέντημα τ'ς, μεριά και το βελόνι.
Τα παπουτσάκια τ'ς έπαιρνε, στον κήπο κατεβαίνει,
κόφτει κλωνάρ’ βασιλικό, κλωνάρι κυπαρίσσι.
Το στράτα(3) στράτα πήγαινε, το Θεό παρακαλούσε:
- Κύριέ μου να το έβρισκα παπάδες να το ψέλνουν
πέντε παπάδες να το ψέλ΄ν και δέκα μαθητούδια.
Κατά πως το παρακάλεσε, έτσι πάει και τον βρίσκει.
Πέντε παπάδες έψελ’ν και δέκα μαθητούδια.
- Μεριάστε(4) σεις παπάδες μου, μεριάστε μαθητούδια
να ιδώ κι εγώ τον νιούτσικο, πως πέσει του θανάτου;
Το σάβανο ξεσκέπας κι ο νιός χαμογελούσε..
- Βρε ιδέτε σ’ κούρβας(5) τον υιό σ’ κούρβας το κοπέλι(6)
Όντας τον έρθει το μήνυμα(7) πως πέφτει και ΄ποθνήσκει.

Ερμηνευτικά:
1. αηγόρος: αγαπητικός.
2. μεριά: παράμερα.
3. στράτα: μακρύς δρόμος.
4. μεριάστε: παραμερίστε.
5. κούρβα: γυναίκα ελευθερίων ηθών, ιερόδουλη.
6. κοπέλι: νόθος, αγνώστου πατρός.
7. μήνυμα: σε πολλά τραγούδια είναι η είδηση να πάει σε πόλεμο.

13 Ιουλ 2008

22

Απάνω σ’ άσπρο μάρμαρο κοράσι(1) ακουμπισμένο
με το γαράζιο χάμοχα(2) και τη χρυσή τη ζούνα(3).
Ζυγιά βαστά στο χέρι της και το φιλί ζυγίζει,
ζυγίζει, καμπανίζεται(4), μυριοκρυφά τους λέει.
Χίλια τους λες το ταχιά(5) και δυο το μεσημέρι
και αυτού τα’αργά(6) τ' αργούτσικα για δυο για τρεις χιλιάδες.
Τριά παλικάρια τ' άκουσαν, ΄πο μέσα ΄πο την Πόλη,
καβαλικεύουν, χαίρονται, πεζεύουν καμαρώνουν,
το ΄να θαρρεί(7) στα χίλια του, τ' άλλο στα πεντακόσια,
το τρίτο το καλύτερο, θαρρεί στην ιδιανίτσα(8).
Όποιο θαρρεί στα χίλια του, μαχαίρια στην καρδιά του
κι’ όποιο στα πεντακόσια, εννιά σπαθιά στον κόρφο(9)
κι όποιο στην ιδιανίτσα του τα γρήγορα να φτάση,
τα γρήγορα να φτάση αυτός, την κόρη να κερδίσει.

Ερμηνευτικά:
1. κοράσι: κόρη, κοπέλα.
2. χάμοχας: πολυτελέστατο φόρεμα.
3. ζούνα: ζώνη.
4. καμπανίζεται: περηφανεύεται, κομπάζει.
5. το ταχιά: πολύ πρωί.
6. τ' αργά: κατά το ηλιοβασίλεμα.
7. θαρρώ: ελπίζω.
8. ιδιανίτσα: παληκαριά.
9. κόρφος : τα στήθη.